H νικήτρια του 39ου Αυθεντικού Μαραθωνίου της Αθήνας στο Αμφιθέατρο ΜΕΓΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ του ΙΕΚ ΑΚΜΗ στη Θεσσαλονίκη
Φωτεινό παράδειγμα αισιοδοξίας και μαχητικότητας, η νικήτρια του φετινού Αυθεντικού Μαραθωνίου της Αθήνας των 40χλμ, Βασιλική Κωνσταντινοπούλου, μοιράστηκε με τους σπουδαστές Δημοσιογραφίας, Προπονητικής και Β. Φυσικοθεραπείας, τις απαιτήσεις του πρωταθλητισμού, την προετοιμασία της πριν το Μαραθώνιο, τη «μάχη» στο πλαίσιο του αγώνα, αλλά και τη «μάχη» της ζωής, αφού αντιμετώπισε ένα σοβαρό πρόβλημα υγείας.
Μετά από μία σύντομη εισαγωγή από τον συντονιστή του debate, ο λόγος πέρασε απευθείας στους σπουδαστές, που είχαν πολλές και εύστοχες ερωτήσεις. Για το πώς κατάφερε να προετοιμαστεί κατάλληλα, μετά την περιπέτεια της υγείας της και να κερδίσει τον μαραθώνιο, η Βασιλική Κωνσταντινοπούλου απάντησε: «Το τρέξιμο είναι η ψυχοθεραπεία μου, είναι σαν να κάνεις γιόγκα. Προπαθείς να αποβάλλεις στον πόνο που νιώθεις και να συγκεντρωθείς στην ψυχική σου ηρεμία και στον στόχο σου. Το μυαλό σου είναι συγκεντρωμένο και προσπαθείς να αποβάλλεις μια διαρκή μάχη με τις αρνητικές σκέψεις. Στον αγώνα, ο σωματικός πόνος είναι πολύ μεγάλος, τα πόδια σου πονάνε και θέλεις να σταματήσεις από την κούραση αλλά σκέφτεσαι τον λόγο που έχεις σταθεί στην εκκίνηση και λες «αυτό θέλω, θα συνεχίσω».
Όμως, εκτός από πρωταθλήτρια, η Βασιλική είναι και μητέρα ενός μικρού αγοριού, ρόλοι αμφότεροι υψηλών απαιτήσεων που αυξάνουν τον βαθμό δυσκολίας στον στίβο του αθλητισμού και της καθημερινής της ζωής. Πώς τα καταφέρνει να ανταπεξέλθει; «Στη ζωή μου έχω μάθει να διεκδικώ πράγματα που είναι δικά μου και τα θέλω. Ο χρόνος με τη οικογένειά μου και τον εαυτό μου ήταν δικός μου χρόνος που τον έχασα με την περιπέτεια της υγείας μου και δε θα άφηνα κανέναν να μου τον πάρει. Έδωσα τη μάχη μου και η αλήθεια είναι ότι ακόμη τη δίνω, δεν έχω κερδίσει ακόμη, την κερδίζω σταδιακά μέρα με τη μέρα. Ωστόσο έχω αποφασίσει, ότι δεν θα αφήσω κανένα να μου πάρει τον χρόνο που έχω για το παιδί, την οικογένεια και τον εαυτό μου».
Στη συνέχεια, περιέγραψε το καθημερινό της πρόγραμμα: «Ξυπνάω στις 6 το πρωί, παίρνω τη φαρμακευτική μου αγωγή, μετά ετοιμάζω το πρωινό της οικογένειας και στις 7 ξυπνάω τα υπόλοιπα μέλη, ετοιμαζόμαστε και φεύγουμε ο καθένας για τη δική του δουλειά. Εγώ κάνω την προπόνηση μου. Στις 12:30 – 13:00 πηγαίνω να πάρω το παιδί από τον παιδικό σταθμό και επιστρέφουμε σπίτι όπου συνεχίζω τη μέρα μου. Διαβάζω τα βιβλία της σχολής μου (σπουδάζει στο ΤΕΦΑΑ), τρέχω στον διάδρομο στο σπίτι για προπόνηση και το βράδυ καθόμαστε στον καναπέ και βλέπουμε ταινία».
Λίγο πριν το πρώτο διάλειμμα του debate, ήρθε η στιγμή μιας ιδιαίτερης, προσωπικής αποκάλυψης. Σε ερώτηση σπουδαστή, για το ποια γνώση του εαυτού της κατέκτησε μέσα από την περιπέτεια της υγείας της, η Βασιλική, με αφοπλιστική ειλικρίνεια απάντησε, ότι γνώρισε ένα άσχημο κομμάτι του εαυτού της: «Είναι αυτό που σε «κλείνει» στον εαυτό σου. Εγώ για ένα πολύ μεγάλο κομμάτι έζησα σε μία σκοτεινή πλευρά του εαυτού μου, δεν ήθελα να έχω κάποιον δίπλα μου, οπότε έφτασα στα όρια της κατάθλιψης και γνώρισα και τον άλλο εαυτό μου, αυτόν που δεν ειναι δυνατός ή μαχητής. Κατάφερα να το ξεπεράσω και αυτό μάλλον με έκανε πιο δυνατή, ότι γνώρισα τα καλά μου και τα κακά μου, τα έχω βάλει σε μια ζυγαριά και έχω μάθει να ζω με αυτά».
Στη συνέχεια, παρέμβαση στο debate έκανε ο προπονητής της Βασιλικής Κωνσταντινοπούλου, Αντώνης Στόικος. Απαντώντας σε ερώτηση, για το ποια στοιχεία του χαρακτήρα της Βασιλικής τη βοήθησαν να πετύχει μια τόσο μεγάλη διάκριση, ανέφερε: «Το κυριότερο στοιχείο που διαθέτει είναι η εργατικότητα της και το πείσμα της, η ψυχική δύναμη. Είναι αμφότερα στοιχεία πρώτιστα για έναν μαραθωνοδρόμο γιατί χωρίς αυτά δεν μπορείς να ξεκινήσεις προετοιμασία για έναν μαραθώνιο». Συνεχίζοντας αποκάλυψε ότι η φετινή εξαιρετική επίδοσή της αθλήτριας του ΣΑΠΚ Νεάπολης δεν ήταν η μεγαλύτερη έκπληξη για τον ίδιο, καθώς το πρώτο βήμα γραφής το έδωσε στον περσινό μαραθώνιο, όπου κατέκτησε την τρίτη θέση. «Σίγουρα πολλοί δεν περίμεναν τη φετινή διάκριση της Βασιλικής αλλά για εμάς ήταν σχεδόν σίγουρο ότι θα γίνει, τουλάχιστον σε επίπεδο επίδοσης. Το μεγάλο ρίσκο ήταν πέρσι, καθώς με την περιπέτεια της υγείας της είχε μείνει αρκετά πίσω, προπονητικά και αγωνιστικά. Αλλά ήταν τόσο μεγάλη η θέλησή της να μπει και να αγωνιστεί, οπότε στο τέλος συμφώνησα και την υποστήριξα απόλυτα».
Τέλος, απαντώντας σε ερώτηση για τον ρόλο του προπονητή κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας του αθλητή, ο κος Στόικος επισήμανε ότι: «Πρέπει να είναι δίπλα του και να τον καταλαβαίνει, γιατί στον πρωταθλητισμό, οι προπονήσεις πηγαίνουν σε ένα οριακό σημείο, σε μία τεντωμένη κλωστή θα έλεγα. Λίγο να υπερβάλλεις στην προπόνησή σου, μπορεί να πέσεις από την άλλη πλευρά και μετά το λάθος δε διορθώνεται. Παράλληλα, η στήριξη πρέπει να είναι και ψυχολογική, καθώς στο διάστημα της προεοτιμασίας υπάρχουν πολλές μεταπτώσεις, εκεί ο προπονητής πρέπει να είναι δίπλα στον αθλητή και να τον στηρίζει».
Περνώντας και πάλι ο λόγος στη Βασιλική Κωνσταντινοπούλου, για τον τελικό γύρο ερωτήσεων, η πρωταθλήτρια κλήθηκε να απαντήσει στην ερώτηση, αν περίμενε την πρωτιά στον 39ο Αυθεντικό Μαραθώνιο. «Πριν τρία χρόνια υπήρχε η βεβαιότητα, ότι δεν θα ασχοληθώ ξανά με τον αθλητισμό, παρόλα αυτά το έκανα! (γέλια). Το χρυσό μετάλλιο ήταν σαν ένα όνειρο, πώς ξυπνάς το βράδυ και έχεις δει, ότι κέρδισες το λαχείο; Έτσι μου ήρθε και εμένα το μετάλλιο, ουρανοκατέβατο. Και ακόμη προσπαθώ να το διαχειριστώ. Τώρα σε ό,τι αφορά την επίδοσή μου, αυτή την περίμενα. Αλλά γενικά ως αθλήτρια έχω μάθει να στέκομαι στην γραμμή της εκκίνησης σύμφωνα με το πώς είμαι εγώ, δεν μπορώ όμως να γνωρίζω, πώς είναι οι άλλοι. Ούτε μπορώ να πω στον εαυτό μου «θα πάμε για να κερδίσουμε», γιατί στον μαραθώνιο οι αποστάσεις είναι μεγάλες. Αυτό που μπορώ όμως να πω στον εαυτό μου είναι «πάμε για ένα καλό ατομικό ρεκόρ».
Μάλιστε, με έναν ιδιαίτερα γλαφυρό τρόπο περιέγραψε τις τελευταίες στιγμές του αγώνα, λίγο πριν να κόψει το νήμα του τερματισμού: «Μπαίνοντας στο Παναθηναϊκό στάδιο, είχα το μυαλό μου στο χρονόμετρο. Ήθελα να κάνω ατομική επίδοση κοντά στο 2,45, οπότε κοιτούσα το χρονόμετρο και έλεγα, προσπάθησε να το κατεβάσεις λίγο ακόμη αλλά δεν γινόταν. Μετά τον τερματισμό μου, δεν συνειδητοποίησα απευθείας τι είχε γίνει. Άρχισα να πανυγηρίζω και να χοροπηδάω από τη χαρά μου 1,5 με 2 λεπτά!».
Τέλος, η πρωταθλήτρια αποκάλυψε ότι συνεχίζει με πείσμα και αφοσίωση στα επόμενα αθλητικα βήματά της, με στόχο τη διάκριση σε ένα δρομικό event εκτός Ελλάδος και ότι ο επόμενος στόχος της είναι ένας ατομικός χρόνος κάτω από το φράγμα των 2 ωρών και 46 λεπτών.