Διάβασε την αποκλειστική συνέντευξη του διεθνή Έλληνα προπονητή ποδοσφαίρου Δημήτρη Τζουβάρα
Ο διεθνής Έλληνας προπονητής Δημήτρης Τζουβάρας, Head Football Coach Muscat Football Academy, ήταν πρόσφατα καλεσμένος στο webinar της Σχολής Προπονητικής του ΙΕΚ ΑΚΜΗ στη Θεσσαλονίκη με τίτλο «Ετήσιος προγραμματισμός προπόνησης», κατά τη διάρκεια του οποίου μοιράστηκε τις γνώσεις του για το ποδόσφαιρο και έδωσε εξαιρετικές συμβουλές σε σπουδαστές από όλη την Ελλάδα.
Εκτός από προπονητής ποδοσφαίρου, ο Δημήτρης Τζουβάρας είναι συγγραφέας βιβλίων και μεταφραστής. Έχει γράψει δύο βιβλία προπονητικής ποδοσφαίρου ενώ συμμετείχε στη σύνταξη του βιβλίου «F.C Barcelona: Προπόνηση Τακτικής», που βραβεύτηκε από την ιταλική ομοσπονδία ποδοσφαίρου ως το καλύτερο τεχνικό βιβλίο στον κόσμο (2013).
Υπήρξε προπονητής σε πολλές ερασιτεχνικές ομάδες και ακαδημίες στην Ελλάδα, μεταξύ άλλων, και στις ακαδημίες του Άρη. Τα τελευταία δύο χρόνια ζει στο Ομάν και εργάζεται στη μεγαλύτερη ακαδημία της χώρας, τη Muscat Football Academy (MFA).
Στην αποκλειστική συνέντευξη που ακολουθεί, συζήτησε με τον σπουδαστή Αθλητικής Δημοσιογραφίας, Μάνο Αλαρούπι, για την εμπειρία του από τον χώρο του ποδοσφαίρου σε Ελλάδα και εξωτερικό, δίνοντας, μεταξύ άλλων, τη δική του απάντηση σε ερωτήματα όπως, τι λείπει από το ελληνικό ποδόσφαιρο και πώς έχει διαμορφωθεί το άθλημα στην εποχή μας.
Εδώ και δύο χρόνια εργάζεστε στη μεγαλύτερη Ακαδημία ποδοσφαίρου του Ομάν, τη MFA (Muscat Football Academy). Πώς σας υποδέχθηκαν και ποια είναι η θέση του ποδοσφαίρου σε αυτή τη χώρα;
Η υποδοχή μου στην οικογένεια της MFA ήταν πραγματικά εντυπωσιακή. Φτάνοντας στο αεροδρόμιο, είδα μια Μαζεράτι να με περιμένει. Στη θέση του οδηγού ήταν ο Τσακ Μαρτίνι, πρώην επαγγελματίας ποδοσφαιριστής της Tottenham και της Leicester. Στην τελευταία μάλιστα, ήταν συμπαίκτης με τον δικό μας Θοδωρή Ζαγοράκη, για τον οποίο και μου είπε τα καλύτερα. Από την πρώτη κιόλας στιγμή συνάντησα έναν manager ποδοσφαίρου και τεχνικό διευθυντή στη MFA, που σε άπταιστα αγγλικά μου έκανε ερωτήσεις για θέματα του ποδοσφαίρου και «ρούφηξε» κυριολεκτικά τις γνώσεις και τις ιδέες μου, δείχνοντας ότι καταλαβαίνει τα πάντα και ότι έχει τη διάθεση να εφαρμόσει, ό,τι καινούργιο είχα να φέρω στην Ακαδημία. Οι ακόλουθες ημέρες ήταν εξίσου συναρπαστικές. Οι περιηγήσεις μου στο παραμυθένιο Ομάν συνδυάστηκαν με πολύωρες συζητήσεις για προγραμματισμούς και μεθοδολογίες, της Τσέλσι, της Εθνικής Ουαλίας, αλλά και ενός Έλληνα -τις δικές μου. Στο γήπεδο, δύο ήταν τα πράγματα που μου έκαναν εντύπωση. Το πρώτο, ο σεβασμός και η πειθαρχία των παιδιών (κυρίως αυτών από το Ομάν) και το δεύτερο, οι επιρροές της κουλτούρας στον τρόπο συμπεριφοράς και διαχείρισης των διάφορων καταστάσεων που προκύπτουν από στιγμή σε στιγμή σ’ ένα γήπεδο ποδοσφαίρου. Ως προς το δεύτερο σκέλος της ερώτησης σας, το ποδόσφαιρο και στο Ομάν είναι τρόπος ζωής. Όλοι το λατρεύουν. Μικροί και μεγάλοι, σε κάθε ευκαιρία παίζουν σε πάρκα, σε γήπεδα 5×5 και συζητούν για τις αγαπημένες τους ομάδες, μέχρι τα ξημερώματα.
Πώς πήρατε την απόφαση να πάτε στο Ομάν, μία χώρα που δεν έχει μεγάλη παράδοση στο ποδόσφαιρο, όπως η Ευρώπη;
Χρόνια τώρα ετοιμαζόμουν γι’ αυτή την ευκαιρία. Μόλις, λοιπόν, ένας φίλος μου, ο Πέτρος Κούκουρας (assistant coach στην εθνική ποδοσφαίρου του Νότιου Σουδάν) μου πρότεινε τη δουλειά, έκανα την επαφή με τον τεχνικό διευθυντή της MFA και σε δύο εβδομάδες ήμουν εκεί. Ήξερα, ότι θα ήταν μια μοναδική εμπειρία και δεν έπεσα έξω. Η κουλτούρα των αραβικών χωρών, η διασύνδεση μου με προπονητές από τη Μεγάλη Βρετανία και οι εμπειρίες που ήδη έχω ζήσει (μία από αυτές ήταν το Oman International Youth Cup, στο οποίο συμμετέχουν ομάδες από την Ευρώπη, όπως η Manchester City, η Liverpool, η Arsenal, η Juventus, η Inter και η Torino), με βοήθησαν να καταλάβω καλύτερα το ποδόσφαιρο, τις άλλες κουλτούρες αλλά και τον εαυτό μου, ως άνθρωπο και ως προπονητή.
Ποιες διαφορές υπάρχουν στο εξωτερικό σε σχέση με την Ελλάδα, στο προπονητικό κομμάτι αλλά και στον τομέα της οργάνωσης, των εγκαταστάσεων και του εξοπλισμού;
Το Ομάν δεν είναι μπροστά σε θέματα οργάνωσης, σε σχέση με την Ελλάδα. Ωστόσο γενικότερα σε θέματα εκπαίδευσης και σεβασμού είναι πολύ μπροστά. Εδώ και 70 χρόνια έχουν σχέσεις κυρίως με τη Μεγάλη Βρετανία, που σημαίνει ότι είτε στα ιδιωτικά σχολεία, όπου οι περισσότεροι διευθυντές είναι Βρετανοί, είτε στις επιχειρήσεις και τις διάφορες εταιρίες, επιδιώκουν τη γνώση, τις νέες ιδέες και την εξειδίκευση. Οι εγκαταστάσεις που χρησιμοποιούμε είναι σε εξαιρετική κατάσταση, καθώς τα γήπεδα είναι κυρίως χώροι που ανήκουν σε ιδιωτικά σχολεία ή σε οργανισμούς, όπως το PDO, που είναι ένας μικρός οικισμός για όσους δουλεύουν στις εταιρίες πετρελαίου (κυρίως Ευρωπαίοι αλλά και άνθρωποι από όλο τον κόσμο), που έχει στη διάθεση του γήπεδα ποδοσφαίρου, μπάσκετ και γκολφ.
Στην Ελλάδα έχουμε πολλούς νέους, ταλαντούχους ποδοσφαιριστές. Τι πίστευετε ότι πρέπει να αλλάξει για να εξελιχθούν και να πάνε ένα βήμα παρακάτω;
Στην Ελλάδα, το μεγάλο πρόβλημα είναι η έλλειψη ταυτότητας. Δεν ξέρουμε πραγματικά σε ποιο επίπεδο είμαστε και βέβαια, κάτι τέτοιο είναι ανασταλτικός παράγοντας εξέλιξης. Τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει σημαντικές προσπάθειες επιμόρφωσης, οι οποίες όμως είναι μεμονωμένες και άναρχες. Οι απόφοιτοι των ΤΕΦΑΑ, ορισμένοι δάσκαλοι των σχολών UEFA και κυρίως κάποιοι συγγραφείς βιβλίων προπονητικής και ανάλυσης (με κορυφαίο τον βραβευμένο από την Ιταλική Ομοσπονδία Ποδοσφαίρου, Αθανάσιο Τερζή) κάνουν φιλότιμες προσπάθειες να φωτίσουν διάφορες πτυχές του ποδοσφαίρου (ανάλυση, προπονητικά μοντέλα, προπονητικοί σχεδιασμοί, αξιολόγηση ποδοσφαιριστών) και να κλείσουν σιγά σιγά την ψαλίδα με τις προηγμένες στο άθλημα χώρες, στις οποίες δεν γίνεται τίποτα περισσότερο απ’ όσα απαιτεί κάθε επιστήμη: έρευνα, ανάλυση, πρακτική, αξιολόγηση και βέβαια, επικοινωνία και αλληλεπίδραση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες. Η απάντηση μου ξεκίνησε με αυτήν την παρατήρηση γιατί, ενώ όπως είπατε, υπάρχουν πολλά ταλέντα στον χώρο του ποδοσφαίρου, δεν υπάρχει κάποια συγκεκριμένη μέθοδος ανίχνευσης, εκτίμησης, αξιολόγησης και εκπαίδευσης των ποδοσφαιριστών αυτών, με αποτέλεσμα αργά ή γρήγορα, όσοι πραγματικά έχουν τα χαρακτηριστικά να παίξουν ποδόσφαιρο σε υψηλό επίπεδο, να «χάνονται» ή όπως στις περισσότερες περιπτώσεις συμβαίνει, να ακολουθούν άλλους δρόμους, και στην καλύτερη περίπτωση να τους κερδίζει η εκπαίδευση και οι σπουδές.
Για ποιο επίτευγμα στη μέχρι σήμερα πορεία σας νιώθετε περήφανος και γιατί;
Δεν είμαι περήφανος για τον εαυτό μου αλλά για τους ανθρώπους που έχω γνωρίσει. Τα χρόνια θητείας μου στον σύλλογο Θύελλα Φιλώτα, μία «παρατημένη» ακαδημία που μετατράπηκε σε ένα ποδοσφαιρικό παράδεισο με εκατοντάδες παιδιά να μαθαίνουν τα μυστικά του ποδοσφαίρου και της αξιοπρέπειας και τη συνεργασία μου με τους υπέροχους ανθρώπους του χωριού, όπου έμεινα και πρόσφερα τις υπηρεσίες μου για περίπου 10 χρόνια, δεν πρόκειται να τα ξεχάσω ποτέ. Η θητεία μου στον Απόλλωνα Καλαμαριάς, με ένα σύνολο υπέροχων ανθρώπων, θα με συντροφεύει κάθε στιγμή της ζωής μου. Η καθοδήγηση -έχοντας τον ρόλο του τεχνικού διευθυντή- της ακαδημίας Α.Ο.Πρωτέας και η συνεύρεση μου με επιστήμονες του χώρου, όπως ο Αλέξανδρος Κατηκαρίδης (προπονητής της Εθνικής ομάδας γυναικών), ο Βαγγέλης Αλεξόπουλος (καθηγητής ποδοσφαίρου και προπονητής της Κ19 του ΠΑΟΚ), ο Κυριάκος Τσιτηρίδης (αναλυτής της Al Hilal), ο Γιώργος Προσκυνητόπουλος (κορυφαίος personal trainer) και ο Γιάννης Τσανικλίδης (αναλυτής στην πρώτη ομάδα του ΠΑΟΚ), μου έδειξαν πως αρκεί να επιλέξεις εξαιρετικούς συναδέρφους, για να έχεις εντυπωσιακά αποτελέσματα. Το αποκορύφωμα, βέβαια, ήταν η συνεργασία μου με τον Αθανάσιο Τερζή, τον διεθνούς φήμης αναλυτή του ποδοσφαίρου και συγγραφέα βιβλίων προπονητικής και ανάλυσης -έχει ξεπεράσει ήδη τα 15 βιβλία, τα οποία έχουν γίνει όλα best seller. Η συνεργασία αυτή μού απέφερε το βραβευμένο βιβλίο του (από τον περίφημο Αρίγκο Σάκι), «Barcelona FC: Προπόνηση Τακτικής». Τέλος, η πιο σημαντική περίοδος της μέχρι τώρα καριέρας μου ήταν αυτή της διακονίας μου στους Samaritan`s Purse, μιας παγκόσμιας ιεραποστολικής NGO και στην Άρσις, της ελληνικής ΜΚΟ, που υπηρετεί εδώ και πολλά χρόνια τους πρόσφυγες και άλλες ευάλωτες κοινωνικές ομάδες. Την περίοδο αυτή, σε συνεργασία με άλλους εκπαιδευτικούς και ψυχολόγους, έμαθα σε βάθος τι σημαίνει διαφορετική κουλτούρα και πώς, παίζοντας ποδόσφαιρο, μπορείς να θεραπεύσεις και να εμπνεύσεις τις παιδικές ψυχές, που σου εμπιστεύτηκε η απέραντη «δύναμη», γεμάτη αγάπη και καλοσύνη, που λέγεται Θεός.
Μιλήστε μας λίγο ακόμη για την εμπειρία σας από τη συγγραφή του βραβευμένου βιβλίου «Barcelona FC: Προπόνηση Τακτικής». Τι κρατήσατε από αυτή;
Η συνεργασία μου με τον κύριο Τερζή ξεκίνησε ενώ ήμουν προπονητής της Κ17 του Απόλλωνα Καλαμαριάς. Ήθελε, έπειτα από τα επιτυχημένα βιβλία ανάλυσης για την Barcelona του Pep Guardiola και την Real Madrid του Jose Mourinho, να ετοιμάσει ένα βιβλίο με ασκησιολόγιο, ενώ εγώ εκείνο το διάστημα είχα ξεκινήσει να διδάσκω την ομάδα μου, πώς να παίζει με τον τρόπο της Barcelona, σύμφωνα με την ανάλυση που μελετούσα στο αντίστοιχο βιβλίο, του εξαιρετικού αυτού μελετητή της τακτικής. Ξεκινήσαμε, λοιπόν, την έρευνα και την αξιολόγηση των παιχνιδιών και των ασκήσεων, έχοντας τη δυνατότητα να βλέπουμε τον αντίκτυπο της εκπαίδευσης της εφηβικής ομάδας του Απόλλωνα, στα παιχνίδια του πρωταθλήματος και των διαφόρων τουρνουά, στη διάρκεια μιας σεζόν που μας απέφερε τελικά δύο νίκες απέναντι στην πανίσχυρη ομάδα του ΠΑΟΚ, και ένα χρυσό μετάλλιο στο ιδιαίτερα ανταγωνιστικό τουρνουά του Βόλου, στο Πανθεσσαλικό στάδιο, απέναντι στην ομάδα Δήμητρα Τρικάλων (Φορτούνης, Αλμπάνης). Αυτό το βιβλίο ήταν σταθμός για τον κύριο Τερζή, ο οποίος τελειοποίησε τον μοναδικό του τρόπο γραφής, αλλά και για εμένα προσωπικά, που μαζί με τον Γιάννη Τσανικλίδη ξεκινήσαμε να καταγράφουμε τις γνώσεις και τις εμπειρίες μας στα δύο πρώτα μας βιβλία (Ετήσιος Προγραμματισμός Προπόνησης για Ακαδημίες Ποδοσφαίρου και Ετήσιος Προγραμματισμός Προπόνησης για αγωνιστικά τμήματα Κ17 και Κ19) αλλά και στα δύο επόμενα (Ετήσιος Προγραμματισμός Προπόνησης Κ7 και Ετήσιος Προγραμματισμός Προπόνησης Κ9), που βρίσκοβνται υπό έκδοση από τον εκδοτικό οίκο της Sportbook».
Πρόσφατα ήσασταν καλεσμένος σε webinar του ΙΕΚ ΑΚΜΗ, στον Τομέα Προπονητικής. Έχετε σκεφτεί ποτέ να μεταδώσετε τις γνώσεις σας από τη θέση του καθηγητή σε μία σχολή προπονητών;
Η εμπειρία μου στο webinar του ΙΕΚ ΑΚΜΗ ήταν μοναδική, καθώς μου αρέσει να μοιράζομαι τις σκέψεις μου με εξαιρετικούς συναδέλφους, όπως ο Βαγγέλης Αλεξόπουλος, αλλά και τις γνώσεις μου με νεαρούς συναδέρφους, που φιλοδοξούν να συνδράμουν με τις δικές τους δυνάμεις στην κοινή προσπάθεια να βοηθήσουμε τα παιδιά να μάθουν να παίζουν ποδόσφαιρο, με βάση τις σύγχρονες αρχές και τις τάσεις των ανεπτυγμένων ευρωπαϊκών χωρών. Είναι χαρά μου, λοιπόν, να διδάσκω, είτε αυτό γίνεται μέσα από παρουσιάσεις σε παιδιά και γονείς (όπως στα χρόνια μου στον Α.Ο.Πρωτέα, όπου τρεις φορές το χρόνο παρουσιάζαμε το ετήσιο πλάνο προγραμματισμού μας και τον αντίκτυπο στον τρόπο παιχνιδιού των τμημάτων μας), είτε σε φόρουμ που είχα την τιμή να πάρω μέρος (όπως αυτό της Δανίας και της Λιθουανίας, ως εκπρόσωπος της Άρσις στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού προγράμματος GAME), είτε να μελετώ το ποδόσφαιρο με συναδέρφους, όπως ο Θοδωρής Κεχαΐδης (μεταφραστής του βιβλίου Football Periodisation, του Raymond Verheijen), ο Χρήστος Σαββάκης (μεταπτυχιακός φοιτητής στο Πανεπιστήμιο Beckett του Leeds) και ο Ζήσης Γκέτσος (πάνω από 10 χρόνια εμπειρίας σε σχολεία της Κίνας).
Η θέση του προπονητή έχει μεγάλη ευθύνη. Συνήθως, όταν μια ομάδα δεν πάει καλά, είναι ο πρώτος που την «πληρώνει». Ποια είναι η άποψή σας επ’ αυτού;
Στον σύγχρονο χώρο του ποδοσφαίρου, όπου οι εξελίξεις είναι ραγδαίες και η εξειδίκευση έχει κατακλείσει κάθε τομέα του ποδοσφαίρου, ο προπονητής, όπως τον ξέραμε, δεν υπάρχει. Ακόμη και σε ερασιτεχνικές κατηγορίες, οι περισσότερες ομάδες έχουν τον προπονητή (μάνατζερ), τον γυμναστή (προπονητής) και ίσως ακόμη και τον προπονητή τερματοφυλάκων και κάποιον αναλυτή. Έτσι, οι ευθύνες και οι ρόλοι επιμερίζονται και η δουλειά που γίνεται, φαίνεται να είναι ολοένα και καλύτερη. Από τις εμπειρίες που έχω αποκτήσει και από τις πληροφορίες που έχω από τους συναδέλφους μου, κυρίως στην Αγγλία, μαθαίνω ότι, εκεί αυτός που την «πληρώνει» σε μια ενδεχόμενη αποτυχία, είναι μόνο ο προπονητής, ο οποίος δύσκολα θα βρει μια δεύτερη ευκαιρία σε ομάδα υψηλού επιπέδου. Αλλά έτσι είναι ο χώρος του ποδοσφαίρου. Στην Ελλάδα τα πράγματα είναι ευκολότερα, είτε γιατί ο κύκλος των προπονητών είναι μικρός και λόγω διασυνδέσεων, εύκολα κάποιος ξαναβρίσκει δουλειά σε ομάδα ίδιου επιπέδου με αυτήν που εκδιώχθηκε, είτε γιατί το επίπεδο είναι ιδιαίτερα χαμηλό και δεν υπάρχει ανταγωνιστικότητα μεταξύ των προπονητών. Βέβαια, στο ερασιτεχνικό ποδόσφαιρο τα πράγματα είναι ακόμη πιο εύκολα. Επίσης, στον χώρο των ακαδημιών οι προπονητές έχουν, συνήθως, την πολυτέλεια να δουλέψουν για κάποιο χρονικό διάστημα με τον τρόπο που έχουν επιλέξει, χωρίς τις περισσότερες φορές να πληρώσουν κάποιες πιθανές αποτυχίες, με βάση τα αποτελέσματα ή τις κακές εμφανίσεις της ομάδας τους σε πρωταθλήματα και τουρνουά.
Ποιους προπονητές θαυμάζετε και παρακολουθείτε τη δουλειά τους σε διεθνές επίπεδο, όσον αφορά τον τρόπο παιχνιδιού, τα συστήματα και τις τακτικές;
Η αλήθεια είναι πως όλα αυτά τα χρόνια μελετάμε πολλούς προπονητές. Αναλύουμε τον τρόπο που αμύνονται και επιτίθενται, αλλά και πώς αντιμετωπίζουν τις όποιες προκλήσεις τους εμφανίζονται κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού. Επίσης, αναλύουμε τη φιλοσοφία τους, το μοντέλο παιχνιδιού που ακολουθούν, καθώς και την εξέλιξη της ομάδας τους, κατά τη διάρκεια μιας σεζόν, ή ακόμη και μιας μεγαλύτερης χρονικής περιόδου. Οι προπονητές που έχουμε αναλύσει τα τελευταία χρόνια είναι ο Pep Guardiola, ο Jose Mourinho, ο Jurgen Klopp, ο Diego Simeone και άλλοι. Αυτός που μας έχει κάνει μεγαλύτερη εντύπωση είναι ένας σύγχρονος φιλόσοφος και κορυφαίος επιστήμονας στον χώρο του ποδοσφαίρου, ο Marcelo Bielsa. Τόσο η φιλοσοφία του, όσο και η τακτική του προσέγγιση, αγγίζουν τα όρια ενός μύθου. Κάθε ποδοσφαιριστής και κάθε ομάδα την οποία προπονεί και καθοδηγεί μεταμορφώνεται κυριολεκτικά σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, ενώ δεν παύει να εξελίσσεται διαρκώς στο πέρασμα του χρόνου. Όλα τα παιχνίδια της ομάδας του δεν είναι τίποτα λιγότερο από μια ζωντανή παράσταση, την οποία ο κάθε ποδοσφαιρόφιλος θα πλήρωνε αρκετά χρήματα για να την απολαύσει».
Η γνώμη σας για το πρόσφατο «φιάσκο» της European Super League;
Το ποδόσφαιρο είναι το πιο λαϊκό άθλημα. Είναι μεγάλο λάθος να νομίζουν κάποιοι ότι μπορεί να γίνει ένα προϊόν, όπως η Formula 1 ή το NBA. Σίγουρα τα τελευταία χρόνια έχει αλλάξει μορφή και τα χρήματα που ξοδεύονται σε αυτό, είτε είναι σε μεταγραφές ποδοσφαιριστών, είτε σε επίπεδο εγκαταστάσεων και υλικοτεχνικού εξοπλισμού, ξεπερνούν κάθε όριο. Ωστόσο, οι φίλαθλοι είναι αυτοί που του δίνουν αυτή τη δυναμική και όποιος προσπαθήσει να τους υποτιμήσει, θα τους βρει απέναντι του, κάτι που είδαμε να γίνεται τόσο δυναμικά και άμεσα στη συγκεκριμένη περίπτωση. Σίγουρα όμως δε θα ξεμπλέξουμε εύκολα τα επόμενα χρόνια από την απειλή ενός τέτοιου εφιάλτη -η European Super League δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένας «δούρειος ίππος.
Ποιες συμβουλές δίνετε στα νέα παιδιά που θέλουν να ασχοληθούν με την προπονητική; Υπάρχει κάποιος χρυσός κανόνας;
Το παράδειγμα που δίνω κάθε φορά που απευθύνομαι σε συναδέλφους, που κάνουν τα πρώτα τους βήματα, είναι αυτό του μεγάλου σκηνοθέτη Woody Alen, ο οποίος ζούσε σε μια γειτονιά που είχε περισσότερες από 20 κινηματογραφικές αίθουσες. Ο θρυλικός σκηνοθέτης δεν έκανε τίποτα άλλο από το να εκμεταλλευτεί αυτήν την ευκαιρία, βλέποντας μέρα νύχτα ταινίες! Σαν αποτέλεσμα, όχι μόνο εμπνεύστηκε από πολλούς και διαφορετικούς σκηνοθέτες, αλλά με αυτόν τον τρόπο κατάφερε να μην ταυτιστεί με κανέναν τους, και να αποκτήσει τη δική του «φωνή» και τη μοναδική του τεχνοτροπία. Μελέτη, λοιπόν, έρευνα, πολύ δουλειά, αξιολόγηση και συζητήσεις με ανθρώπους του χώρου του ποδοσφαίρου αλλά και του αθλητισμού γενικότερα. Όλοι έχουμε κάτι να προσφέρουμε σε αυτά τα παιδιά, άλλος περισσότερο, άλλος λιγότερο.